Γιατί να μας επιστρέψουν τα μάρμαρα;

Γιατί να μας επιστρέψουν τα μάρμαρα;

Μία+5ΚαρυάτιδεςΜε αφορμή ένα λαμπερό μουσείο κι ένα παιδικό βιβλίο

του Αντώνη Παπαθεοδούλου

 

Εἶναι νύχτα βαθειὰ καὶ κατασκότεινη. Ὁ Μιχαήλ ἀγρυπνεῖ. Ὁ πόνος γιὰ τὸν τόπο του διώχνει τὸν ὕπνο ἀπ' τὰ βλέφαρά του. [...] Κάθε τόσο ἀστράφτει καὶ τότες, ἀπὸ τὰ δυὸ παράθυρα ποὺ βλέπουν κατὰ τὴν Ἀκρόπολι, φαίνεται αὐτὴ καὶ πάλι χάνεται.
Δ. Καμπούρογλου, Η Νεράιδα του Κάστρου, Αθήνα, Δημητράκος, 1925.

Ο λόρδος Έλγιν άφησε για μήνες την Καρυάτιδα που αφαίρεσε από το Ερεχθείο στο Ριζόκαστρο (Πλάκα) πριν τη μεταφέρει στο εξωτερικό. Η λαϊκή παράδοση λέει ότι οι κάτοικοι της Πλάκας άκουγαν τις μαρμάρινες κόρες να κλαίνε τη νύχτα για την αδελφή τους που τους την πήραν. Εκατό περίπου χρόνια μετά την αφαίρεση της Καρυάτιδας ο ιστορικός και συγγραφέας της Αθήνας Δημήτρης Καμπούρογλου (γνωστός και ως Αναδρομάρης της Αττικής) εμπνέεται από την παράδοση αυτή και από την αγάπη του για την Αθήνα και τα μνημεία της και γράφει ένα θεατρικό έργο με πρωταγωνιστή τον νεαρό δημογέροντα Μιχαήλ που ερωτεύεται την πετρωμένη νεράιδα του κάστρου.

Άλλα εκατό χρόνια αργότερα ο εικαστικός και συγγραφέας Αλέξης Κυριτσόπουλος εμπνέεται από τον Καμπούρογλου κι από τη δική του αγάπη για την Αθήνα του χθες και του σήμερα και γράφει με λέξεις και εικόνες το δικό του παραμύθι.

Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσαν στο Ερέχθειο, πάνω στην Ακρόπολη των Αθηνών, έξι κοπέλες. Τις προστάτευε ένα λιοντάρι, ο φύλακας του Πειραιά (του Πόρτο Λεόνε). Μια μέρα ήρθε ένας πειρατής αρχαιοκάπηλος, ο Ελ Γκέιν και θέλησε να πάρει μία από αυτές, την όμορφη Αθηνά, για σκλάβα. Όταν όμως την αιχμαλώτισε, αιχμαλωτίστηκε κι εκείνος από την ομορφιά της και θέλησε να την κάνει γυναίκα του. Η όμορφη κόρη δε δέχτηκε κι έτσι εκείνος τη φυλάκισε στον Πύργο των Ανέμων, στους Αέρηδες.

Και τότε εμφανίστηκε ο όμορφος πρίγκηπας Μιχαήλ για να τη γλυτώσει από τον Ελ Γκέιν που αγρίεψε, άρπαξε ό,τι μάρμαρο βρήκε μπροστά του και έφυγε παίρνοντας μαζί του και το λιοντάρι του Πειραιά... (η συνέχεια στο βιβλίο).

Οι λέξεις -και οι εικόνες του Κυριτσόπουλου που αφηγούνται ακόμη περισσότερα- με μαγεύουν. Mε μαγεύει όμως πιο πολύ το γεγονός ότι η αγάπη γι'αυτά τα μάρμαρα δε σταματά να εμπνέει και να γεννά μέσα μας νέες ιστορίες όσα χρόνια κι αν περάσουν.

Και ίσως να είναι ετούτη η έμπνευση, η πιο τρανή απόδειξη ότι τα μάρμαρα μας ανήκουν και πρέπει να γυρίσουν σε μάς. Όχι γιατί φτιάξαμε ένα υπέροχο, λαμπερό μουσείο με μια κενή προθήκη που τα περιμένει ή γιατί είμαστε πιο καλοί στις διαπραγματεύσεις. Oύτε γιατί αν δε μας τα δώσουν δεν τους δίνουμε την Ολυμπιακή Φλόγα (να μάθουν) όπως προτείνει το πολυπληθές facebook group "no marbles, no flame". Αλλά γιατί ίσως κανείς δεν είναι κι ούτε θα 'ναι ποτέ, τόσο ερωτευμένος όσο εμείς, ώστε να πλάθει ασταμάτητα καινούργια πράγματα με αφορμή αυτά τα μάρμαρα, τόσες χιλιάδες χρόνια μετά.

Κι ίσως το να συνεχίσουν να μας εμπνέουν και στο μέλλον τα μάρμαρα του Παρθενώνα, να 'ναι πιο σημαντικό κι από το να επιστρέψουν ακόμη, γιατί όπως λέει κι ο Κυριτσόπουλος στο βιβλίο του ...Αλλιώς βαριέσαι. Και η αγάπη μαραίνεται.

Υ.Γ.

Κύριε Κέδρε αν συμφωνείτε έστω και λίγο με όλα αυτά, κι αν δεν το έχετε κάνει ήδη, φροντίστε τέτοια βιβλία να πουλιούνται στο νέο μας Μουσείο σε όσο πιο πολλές γλώσσες γίνεται... ίσως και να αποδεικνύουν στους επισκέπτες μας πιό πολλά, από τα βιβλία με στοιχεία αρχαιολογικά και ιστορικά ντοκουμέντα.

Πηγή: Παπάκι στη Μπανιέρα