Συναντήσαμε τη Νίκη Κάπαρη

Νίκη Κάπαρη Κάπαρη, είστε εκπαιδευτικός, αλλά και επαγγελματίας αφηγήτρια. Θεωρείτε ότι στην εποχή μας, τα παιδιά ακούν παραμύθια;

Ναι, ακούνε. Λίγο διαφορετικά ίσως απ’ ότι τα ακούγαμε εμείς παλιότερα απ’ τις γιαγιάδες μας κυρίως. Λόγω εποχής, η κλασσική αφήγηση έχει παραμεριστεί από το θέαμα και την εικόνα. Όμως…πόσο μαγεύει και γοητεύει όταν γίνεται με τον τρόπο που της πρέπει και της ταιριάζει!!!

 

Ποια η «δουλειά» ενός παραμυθά στις μέρες μας; Υπάρχουν πολλοί παραμυθάδες στον κόσμο και στην Ελλάδα σήμερα;

Δύσκολοι καιροί για παραμυθάδες! Η πάλη του λόγου ενάντια στην υπερπροσφορά της εικόνας και του θεάματος. Είναι η πρόκληση που αποδέχεται ο παραμυθάς να χειριστεί το λόγο με τέτοια μαεστρία που οι λέξεις και μόνο αυτές, να μετατραπούν σε εικόνες, μυρωδιές, ήχους, να προκαλέσουν ή να ανασύρουν συναισθήματα, να ταξιδέψουν τον ακροατή στο φανταστικό κόσμο και να τον επαναφέρουν πιο ώριμο, με ασφάλεια στον πραγματικό κόσμο.

Στα χωριά μας οι παραδοσιακοί αφηγητές όλο και λιγοστεύουν. Στις πόλεις όμως οι επαγγελματίες παραμυθάδες αυξάνονται… Μήπως πρέπει να μας προβληματίσει αυτό;

Τι διαφορά έχει η ανάγνωση μιας ιστορίας, ενός παραμυθιού, με την αφήγηση;

Το σημαντικό είναι να επικοινωνήσουμε με το παιδί, να μοιραστούμε μαζί του ταξίδια του νου και συναισθήματα, να του ελευθερώσουμε τη φαντασία. Αν θα του αφηγηθούμε το παραμύθι ή θα του το διαβάσουμε, εξαρτάται από τη διάθεση της στιγμής αλλά και από το τι θέλουμε κάθε φορά να πετύχουμε. Όταν διαβάζεις μια ιστορία ακολουθείς το κείμενο, δείχνεις τις εικόνες…

Όταν όμως λες μια ιστορία οδηγείς εσύ τις λέξεις, καθοδηγείσαι από τις αντιδράσεις του παιδιού, εμπλουτίζεις όσο θες και όπως θες την ιστορία σου επικοινωνώντας συνέχεια με τα μάτια που ίσως και να λένε παράλληλα τη δική τους ιστορία.

Το ρεπερτόριο σας περιλαμβάνει λαϊκά αλλά και σύγχρονα παραμύθια; Τι σας αρέσει περισσότερο να αφηγείστε, αλλά τι προτιμούν και τα παιδιά που ακούν τις ιστορίες σας;

Έχω αφηγηθεί και σύγχρονα και λαϊκά παραμύθια. Όμως, τα λαϊκά παραμύθια είναι αυτά που μου ταιριάζουν περισσότερο στο ύφος, στο ρυθμό, στη γλώσσα και στους κώδικες που χρησιμοποιούν. Άλλωστε, αυτά στηρίζονται στην προφορική παράδοση –είδος που υπηρετώ- και άρα με αυτά μπορώ να επικοινωνήσω καλύτερα με το ακροατήριο μου, να το κάνω να με εμπιστευτεί για να έρθει μαζί μου στην παραμυθένια περιπλάνηση.

Ποια είναι η «συνταγή» για μια επιτυχημένη αφήγηση; Τι θα προτείνατε σε έναν γονιό που θέλει να αφηγείται ιστορίες στα παιδιά του;

Δεν υπάρχει συνταγή, με την έννοια ότι αν ακολουθήσει κάποιος 1, 2…5 βήματα θα κάνει και επιτυχημένη αφήγηση.

Σίγουρα χρειάζεται σεβασμός τόσο στην ιστορία όσο και στην ίδια την αφήγηση, χρειάζεται χρόνος, συστηματική προσπάθεια, συνεχής μελέτη, ειλικρίνεια προθέσεων και γνώση του εαυτού μας και των ακροατών μας. Πρέπει να πω όμως, πως αν δεν υπάρχει η έμφυτη ικανότητα, το χάρισμα, δεν ξέρω πόσο όλα τα παραπάνω μπορούν να συντελέσουν στην επιτυχία μιας αφήγησης.

Εάν ένας γονιός θέλει να αφηγείται ιστορίες, θα του πρότεινα να πάρει αγκαλιά το παιδί του, να του κρατήσει το χέρι και να του πει την ιστορία χωρίς άγχος, ήρεμα. Το σπουδαίο μυστικό είναι ο γονιός να πει το παραμύθι του επειδή θέλει και όχι επειδή πρέπει!

Πολλά λαϊκά παραμύθια έχουν σκηνές βίας ή φοβερούς ήρωες που τρομάζουν καμιά φορά τα παιδιά προσχολικής ηλικίας. Πως αντιμετωπίζει ένας γονιός μια τέτοια κατάσταση; Ένα παιδί που φοβήθηκε από ένα παραμύθι ή από έναν ήρωα;

Στο θέμα της αφήγησης έχει σπουδαία σημασία η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στον αφηγητή και τον ακροατή του. Το παιδί πρέπει να εμπιστευτεί αυτόν που του λέει το παραμύθι. Μόνο τότε θα μπορέσει να ελευθερώσει τη φαντασία του και να νιώσει τη σιγουριά πως στο τέλος ο κακός θα τιμωρηθεί και τίποτα δε θα ταράξει τη δική του ζωή.

Εσείς όταν ήσασταν μικρή ακούγατε παραμύθια; Έχετε κάποιο που αγαπάτε ιδιαίτερα;

Βέβαια άκουγα παραμύθια. Απ’ τη γιαγιά μου που αγαπούσα πολύ-πολύ. Ήταν απ’ τη Ζάκυνθο. Καθόμαστε τα βράδια και μου ‘λεγε παραμύθια για λάμνισσες, μου ‘λεγε πως ο γκιώνης που ακούγαμε μέσα στα λιοστάσια ήταν κάποτε άνθρωπος… Μου ‘λεγε ένα σωρό ιστορίες κι εγώ άκουγα αχόρταγα. Τις κουβαλούσα μέσα μου πάντα κι επηρέασαν τον τρόπο που ένιωθα τη φύση και τα πράγματα γύρω μου.

Όταν έγινα δασκάλα αφηγούμουν ιστορίες στα παιδιά της τάξης μου κι απολάμβανα το ότι εκείνα ηρεμούσαν και χαλάρωναν οι σχέσεις μας. Βέβαια κι εγώ μ’ αυτόν τον τρόπο κάλυπτα δικές μου ανάγκες για επαφή και επικοινωνία. Έτσι, ήταν θέμα χρόνου και συγκυριών να αρχίσω να λέω παραμύθια σε ευρύτερο κοινό. Αγαπώ όλα τα παραμύθια που λέω και δε λέω, κι ανάλογα με τη διάθεσή μου μού έρχεται στο νου κάποιο, κάθε φορά που για κείνη τη στιγμή γίνεται το αγαπημένο μου.

Από πού αντλείτε υλικό; Πως συλλέγετε τις ιστορίες που αφηγείστε;

Το υλικό μου το αντλώ κυρίως απ’ τα μαγικά λαϊκά παραμύθια που ή τα έχω ακούσει η ίδια από παλιούς παραμυθάδες στα χωριά που πηγαίνω ή τα βρίσκω σε συλλογές καταγραμμένα σε πολλές παραλλαγές. Κι αυτό το παιχνίδι, να βρω αυτή που εμένα μου ταιριάζει, με γοητεύει απίστευτα. Δεν είναι εύκολο να επιλέξω μια ιστορία που θα πω. Μέσα σ’ όλα τ’ άλλα, θέλει βλέπετε, και μια σαφή απάντηση στο «γιατί αυτό το παραμύθι;».

Η αφήγηση παραμυθιών μπορεί να συνδυαστεί με το εκπαιδευτικό πρόγραμμα του σχολείου; Τα παραμύθια προσφέρουν γνώση;

Μπορεί να συνδυαστεί…με μεγάλη προσοχή όμως.

Γιατί υπάρχει ο κίνδυνος αν το παραμύθι γίνει μέρος του υποχρεωτικού προγράμματος του σχολείου να ταυτιστεί με τη μαθησιακή διδακτική πράξη. Κι αυτό υπονομεύει το ίδιο το παραμύθι και η απελευθέρωση της φαντασίας και το ταξίδι στο μαγικό παραμυθένιο κόσμο γίνεται ανέφικτο.

Με ρωτάτε αν τα παραμύθια προσφέρουν γνώση. Ρώτησε κάποτε μια μάνα τον Einstein τι να κάνει για να γίνει το παιδί της πιο έξυπνο. Κι εκείνος απάντησε: να του λέτε παραμύθια. Και μετά; επέμενε εκείνη. Όταν μεγαλώσει κι άλλο; Να συνεχίσετε να του λέτε παραμύθια! είπε εκείνος. Κι ο μεγάλος ερευνητής Chukovskii είπε πως χωρίς αχαλίνωτη φαντασία θα υπήρχε πλήρης στασιμότητα στη Φυσική και στη Χημεία.

Τι άλλο να προσθέσω εγώ;

Ζείτε στην Αθήνα. Υπάρχει κάποιο μέρος που θεωρείτε ότι είναι ιδανικός προορισμός για παιδιά;

Ιδανικότερος προορισμός για παιδιά; Και όχι μόνο! Υπάρχει κάτι καλύτερο απ’ τον Εθνικό Κήπο και τον Πεζόδρομο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου;

>

Θα μας χαρίσετε μια «παραμυθένια ευχή»;

…να ζήσουν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα!


Η Νίκη Κάπαρη γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Λαμίας. Έχει κάνει μετεκπαίδευση στο Μαράσλειο Διδασκαλείο του Π.Τ. του Πανεπιστημίου Αθηνών στο τμήμα της Ειδικής Αγωγής. Παράλληλα έκανε σπουδές στο κλασικό τραγούδι και παρακολούθησε σεμινάρια θεατρικού παιχνιδιού. Από το 1988 εργάζεται ως δασκάλα σε δημοτικά σχολεία.

Από το 2000 συλλέγει, επεξεργάζεται και αφηγείται παραμύθια σε βιβλιοθήκες, θέατρα και μουσεία. Συμμετέχει επίσης σε διεθνή φεστιβάλ αφήγησης παραμυθιού. Δημιούργησε μαζί με τον μουσικό Γιάννη Ψειμάδα την ομάδα αφήγησης παραδοσιακών παραμυθιών και μύθων "Παραμυθοσέντουκο", όπου από το 2000 ως σήμερα δίνουν σε τακτική βάση παραστάσεις στην Παιδική Βιβλιοθήκη του Εθνικού Κήπου.

Από το 2005 έως το 2007 συνεργάστηκε με το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο όπου πραγματοποίησε το πρόγραμμα "Το παραμύθι της Κυριακής στο Μουσείο". Την ίδια περίοδο στο Μουσείο Κοσμήματος Ηλία Λαλαούνη σχεδίασε και παρουσίασε το πρόγραμμα "Τα παραμύθια του κόσμου" βασισμένο στα εκθέματα της μόνιμης συλλογής και των περιοδικών εκθέσεων του μουσείου.

Λαϊκά παραμύθια που έχει η ίδια αποδώσει και κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Στεφανή, είναι: «Ο Κύκνος και η Πεντάμορφη», «Οι Δώδεκα μήνες»,  «Το μαντήλι της νεράϊδας».