Μιλώντας στα παιδιά για το θάνατο & το πένθος

Σήμερα, υπάρχει σαφώς εντονότερη ενασχόληση με τη νεότητα, μεγαλύτερο ενδιαφέρον για το σβήσιμο των σημαδιών του χρόνου -που οι άνθρωποι πετυχαίνουμε με χίλιους δύο τρόπους- και βέβαια, αύξηση του μέσου όρου ζωής. Όταν κάποιος πεθαίνει, ειδικά στην πόλη, δεν τον κρατάμε πια στο σπίτι προκειμένου να τον κλάψουν και να τον αποχαιρετήσουν οι κοντινοί του, όπως γινόταν παλαιότερα και όπως ίσως, ακόμα συμβαίνει στα χωριά. Συχνά, στην κηδεία δεν είναι καν ανοιχτό το φέρετρο για να μην έρθουν οι άνθρωποι αντιμέτωποι με την εικόνα του θανάτου, να θυμούνται τον κοντινό τους όπως τον ήξεραν ζωντανό, λένε.

Όλες αυτές οι αλλαγές της εποχής μας αντικατοπτρίζουν ένα τεράστιο φόβο για το θάνατο που βέβαια, επηρεάζει και τον τρόπο που μιλάμε στα παιδιά γι' αυτόν. Είναι πολύ σημαντικό, ευκαιρία δοθείσης, να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να κατανοήσουν το μυστήριο του θανάτου και το κυριότερο να διαχειριστούν επαρκώς τις απώλειες της ζωής τους.

Συνήθως τα παιδιά έρχονται σε μας με ερωτήσεις όταν υπάρξει μία απώλεια στην δική τους οικογένεια ή στο κοντινό τους περιβάλλον.
Για παράδειγμα: αν πεθάνει ο γονιός κάποιου συμμαθητή τους, πιθανότατα θα έρθουν σε μας και θα ρωτήσουν αν πρόκειται να πεθάνουμε και εμείς. Η ερώτηση αυτή είναι πάντα δύσκολη γιατί θέλουμε να απαντήσουμε στα παιδιά με ειλικρίνεια, αλλά χωρίς να τα τρομάξουμε και να τα γεμίσουμε με αγωνία. Θα μπορούσαμε να πούμε στο παιδί ότι ναι, θα πεθάνουμε και εμείς, αλλά σε αρκετά χρόνια από τώρα, γιατί είμαστε ακόμα αρκετά νέοι και υγιείς (αν είναι έτσι τα πράγματα). Συνήθως, η μία ερώτηση φέρνει την άλλη και ιδιαίτερα τα παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας θα θέλουν να μάθουν τί είναι ο θάνατος, τί γίνεται αυτός που πεθαίνει, πού πάει, αν ακούει και βλέπει τους ζωντανούς κλπ. Πρέπει να θυμόμαστε ότι τα παιδιά έχουν ανάγκη και δικαίωμα να ξέρουν τί συμβαίνει. Η άγνοια δημιουργεί άγχος και αγωνία. Οπότε, αν δεν μιλήσουμε στα παιδιά για αυτό που τα απασχολεί και αλλάξουμε θέμα (ή χτυπήσουμε ξύλο ή κουνηθούμε από τη θέση μας), τους δίνουμε αμέσως το μήνυμα ότι το να μιλάμε για το θάνατο είναι κάτι κακό και επικίνδυνο και έτσι τα κάνουμε να αναρωτιούνται και να φοβούνται.

Τί ακριβώς να κάνουμε και τί να μην κάνουμε

Πρακτικές συμβουλές

  • Μιλάμε στα παιδιά ανάλογα με την ηλικία τους (με άλλη γλώσσα θα μιλήσω σε ένα έφηβο και αλλιώς σε ένα μικρότερο παιδί).
  • Δεν πειράζει όταν δεν γνωρίζουμε την απάντηση, τους λέμε ότι οι μεγάλοι δεν έχουν πάντα όλες τις απαντήσεις.
  • Μιλάμε με ειλικρίνεια, όχι με κυνισμό.

ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ-ΠΡΩΤΗΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ σκέφτονται κυριολεκτικά:

  • αν τους πούμε ότι ο παππούς, ή η γιαγιά «έφυγε» , πιθανόν θα σκεφτούν ότι έφυγε και άρα θα αναρωτιούνται για καιρό, πότε θα γυρίσει. Αυτό θα καθυστερήσει τη διαδικασία του πένθους που είναι πάντα απαραίτητη για την ψυχική επεξεργασία μιας απώλειας.
  • αν τους πούμε ότι «πήγε να βρει το Θεούλη» ή ότι τον τάδε «τον πήρε ο Θεούλης», ίσως τους στερούμε την ευκαιρία να αναπτύξουν μελλοντικά μία καλή σχέση με τα Θεία, γιατί το πιθανότερο είναι ότι το παιδί μέσα του θα θυμώσει με το Θεό που του πήρε τον αγαπημένο του άνθρωπο.
  • ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ-ΠΡΩΤΗΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΔΕ ΛΕΜΕ ΠΟΤΕ ότι ο τάδε «πήγε στον ουρανό», γιατί έχουν καταγραφεί περιπτώσεις που παιδιά πήδηξαν απ' το μπαλκόνι για να πάνε στον ουρανό να συναντήσουν αυτόν που έχασαν.
  • χρησιμοποιούμε τις λέξεις πέθανε, θάνατος και νεκρός.

ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ-ΠΡΩΤΗΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ:

  • Ιδιαίτερα σε περίπτωση που πρόκειται για το θάνατο πολύ κοντινού ατόμου, λέμε στα παιδιά ότι ο γονιός τους δεν ήθελε να πεθάνει. Αν υπήρχε επιλογή, θα επέλεγε να μην το κάνει.
  • Τα καθησυχάζουμε ότι υπάρχει κάποιος να τα φροντίσει και να καλύψει τις ανάγκες τους.
  • Τα ενημερώνουμε ότι το νεκρό σώμα δεν πονάει, δεν κρυώνει, δεν έχει ανάγκες.
  • Τα διαβεβαιώνουμε ότι δεν φταίνε εκείνα για αυτό που έγινε.
  • Ενθαρρύνουμε το παιδί να μιλά για τα συναισθήματά του σχετικά με την απώλεια. Ο μόνος τρόπος να το κάνουμε αυτό είναι δίνοντας εμείς το παράδειγμα. Εμείς, οι μεγάλοι, είμαστε οι πρώτοι που προσπαθούμε να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας.
  • Ο καθένας πενθεί με το δικό του τρόπο: αφήνουμε τα παιδιά να παίζουν όποτε θέλουν, να γελούν όποτε θέλουν, να κλαίνε όσο και όποτε θέλουν κ.α.
  • Αποφεύγουμε συμβουλές και καθωσπρεπισμούς
  • Ρωτάμε το παιδί αν θέλει να έρθει στην κηδεία, αφού πρώτα του περιγράψουμε τη διαδικασία (ο …θα είναι σε ένα κουτί….οι άνθρωποι θα είναι στεναχωρημένοι, θα κλαίνε και θα θέλουν να αποχαιρετήσουν τον ...»).

Σε κάθε περίπτωση, να θυμάστε ότι το παιδί θα πενθήσει με τον τρόπο που θα το κάνετε και εσείς. Οι περισσότεροι γονείς κρύβουν τον πόνο τους για την απώλεια, θεωρώντας ότι πρέπει να είναι δυνατοί για τα παιδιά τους. Νομίζουν ότι έτσι τα προστατεύουν. Στην πραγματικότητα, η στάση αυτή μαθαίνει στα παιδιά να φοβούνται και να αποφεύγουν τα συναισθήματά τους, καταδικάζει τα μέλη της οικογένειας σε εσωτερική μοναξιά και αναστέλλει την διαδικασία του πένθους.

Ζητήστε βοήθεια από κάποιον ψυχοθεραπευτή ή σύμβουλο πένθους, σε περίπτωση που αισθάνεστε ότι το υποστηρικτικό σας δίκτυο δεν επαρκεί και αυτή την δύσκολη περίοδο του πένθους χρειάζεστε ένα ειδικό για να σας βοηθήσει να διαχειριστείτε την απώλειά σας και να σας συντροφέψει στο ταξίδι αυτό της αλλαγής.

Όνομα Συγγραφέα:
Η κ. Λάγγα σπούδασε ψυχολογία στη Μ. Βρετανία (BA, PgDip) και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές (MA) στη Θεωρητική Ψυχανάλυση στο πανεπιστήμιο του Brunel. Έχει εκπαιδευτεί στην Χοροθεραπεία ( ένωση...