Εξέταση Β-χοριακής γονιαδοτροπίνης (b-HCG)
Η β –χοριακή γονιαδοτροπίνη είναι η ορμόνη που παράγεται από τον πλακούντα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Αρχίζει να παράγεται μόλις το γονιμοποιημένο ωάριο εμφυτεύεται στο τοίχωμα της μήτρας, περίπου 7 ημέρες από τη γονιμοποίηση. Προκαλεί τη μεγαλύτερη παραγωγή προγεστερόνης από την ωοθήκη εμποδίζοντας έτσι την εμμηνόρροια.
Η εξέταση αυτή έχει το πλεονέκτημα ότι μπορεί να ανιχνευθεί στο αίμα, 11 ημέρες μετά τη σύλληψη του εμβρύου και στα ούρα 12 – 14 ημέρες.
Ο προσδιορισμός της τιμής της Β-χοριακής γονιαδοτροπίνης στο αίμα ή τα ούρα αποτελεί το τεστ κυήσεως.
Η μέτρηση των τιμών της ορμόνης αυτής, βοηθά και στη διάγνωση ορισμένων παθολογικών καταστάσεων που παρατηρούνται στην αρχή της εγκυμοσύνης.
Η τιμή της β-χοριακής γονιαδοτροπίνης στην φυσιολογική εγκυμοσύνη διπλασιάζεται κάθε 48 – 72 ώρες, μέχρι και την 9η εβδομάδα της κύησης. Στη συνέχεια μειώνεται, αλλά διατηρείται υψηλή σε όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Αύξηση των επιπέδων της β-χοριακής γονιαδοτροπίνης, μικρότερη από 50% σε διάστημα 48 με 72 ωρών ή διατήρηση σε σταθερά επίπεδα, δείχνουν κίνδυνο εξωμήτριας κύησης.
Επίσης μείωση των επιπέδων της β-χοριακής γονιαδοτροπίνης υποδηλώνει ότι η εγκυμοσύνη δεν εξελίσσεται φυσιολογικά και υπάρχει κίνδυνος αποβολής ή παλίνδρομη κύηση.
Είναι προτιμότερο ο έλεγχος στα ούρα, να πραγματοποιείται τις πρωινές ώρες που η συγκέντρωση της b-ΗCG στα ούρα είναι υψηλότερη.