Καρκίνος του μαστού στην εγκυμοσύνη: Η ασφαλέστερη θεραπεία για τη μητέρα και το μωρό
Βρισκόταν στην πρώτη της ιατρική σύσκεψη για τη διάγνωση του καρκίνου του μαστού, όταν η 34-χρονη γυναίκα έμαθε πως ήταν έγκυος.
Η γυναίκα και ο σύζυγός της προσπαθούσαν να κάνουν δεύτερο παιδί, αλλά δεν ήξεραν ότι είχαν συλλάβει, μέχρι που πήγε στο Stefanie Spielman Comprehesive Breast Center στο James Cancer Hospital του Οχάιο και έκανε ένα τεστ εγκυμοσύνης, καθώς είναι μέρος της διαδικασίας όλων των ασθενών που υποβάλλονται σε κάποια επέμβαση.
Η σχεδιασμένη θεραπεία της σταμάτησε αμέσως, αξιολογήθηκε και τροποποιήθηκε με στόχο να χορηγηθεί μια νέα θεραπεία που παράλληλα να είναι ασφαλής για την εγκυμοσύνη.
Το περιστατικό αυτό ενέπνευσε μια νοσοκόμα, που είχε αναλάβει την ασθενή, να σκεφτεί ποιες προσαρμογές χρειάζονται για ασθενείς που προσβάλλονται από καρκίνο του μαστού όσο βρίσκονται στο στάδιο της εγκυμοσύνης και να εκπαιδεύσει τους συναδέλφους της για το πως να τους συμπεριφερθούν. Τα αποτελέσματα της έρευνας παρουσιάστηκαν αρκετές φορές στο ίδρυμα και στις 5 Μαΐου συμπύκνωσε αυτές τις πληροφορίες και μίλησε στο 42ο Ετήσιο Συνέδριο Ογκολογίας της Νοσηλευτικής Κοινότητας.
Η νοσηλεύτρια όρισε την “εγκυμοσύνη που συνδέεται με καρκίνο του μαστού” ως ασθένεια που εμφανίζεται κατά τη διάρκεια ή μέσα σε 12 μήνες μετά την εγκυμοσύνη. Ανάμεσα στις γυναίκες που εμφανίζουν καρκίνο του μαστού πριν από την ηλικία των 40, μόνο το 2 ή το 3 τοις εκατό ασθενούν κατά τη διάρκεια τη εγκυμοσύνης ή του θηλασμού. Ωστόσο, επειδή οι πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου του μαστού αυξάνονται όσο αυξάνεται και η ηλικία και όλο και περισσότερες γυναίκες μένουν έγκυοι σε μεγαλύτερη ηλικία, η περίπτωση να εμφανίσουν καρκίνο του μαστού κατά την εγκυμοσύνη αυξάνεται εξίσου.
Τα αποτελέσματα του καρκίνου σε αυτό τον ηλικιακό πληθυσμό γυναικών δε διαφέρουν από εκείνα των γυναικών που εγκυμονούν, αλλά οι μέλλουσες μητέρες εμφανίζουν μεγαλύτερα ποσοστά να γεννήσουν με καισαρική τομή.
Το Διεθνές Ενιαίο Δίκτυο Καρκίνου έχει δώσει συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τη θεραπεία για την εγκυμοσύνη που συνδέεται με τον καρκίνο του μαστού. Οι οδηγίες αυτές προτείνουν ότι οι ασθενείς πρέπει να υποβάλλονται σε αντίστοιχες θεραπείες και με τους άλλους ασθενείς, ανάλογες με τη βιολογία του όγκου και το στάδιο της ασθένειας αλλά σύμφωνε με ένα ειδικά σχεδιασμένο πρόγραμμα που εξισορροπεί τη θεραπεία με τις ανάγκες και την προστασία του εμβρύου.
Επίσης, η χημειοθεραπεία μπορεί να υποβάλλεται στους ασθενείς μετά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, όπου έχει ολοκληρωθεί ένα μεγάλο ποσοστό της ανάπτυξης των οργάνων του εμβρύου. Η χημειοθεραπεία πρέπει να σταματάει κατά την 35η εβδομάδα κύησης για να αποφευχθεί ο πρόωρος τοκετός και η ουδετεροπενία, που μπορεί να προκαλέσει λοίμωξη και στη μητέρα και στο έμβρυο. Τέλος, θα πρέπει να υπάρχει ένα κενό δυο ή τριών εβδομάδων μεταξύ της τελευταίας δόσης της χημειοθεραπείας και του τοκετού για να μειωθεί η πιθανότητα της μυελοκαταστολής. Οι νέες μητέρες που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία δεν θα πρέπει να θηλάζουν, σύμφωνα με τη νοσηλεύτρια.
Το εξειδικευμένο φάρμακο Herceptin που χορηγείται σε γυναίκες θετικές στο καρκίνο του μαστού, πρέπει να αποφεύγεται να χορηγείται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης γιατί δεν υπάρχουν ακόμα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι είναι ασφαλές.
Η ασθενής που ενέπνευσε την έρευνα της νοσηλεύτριας, χειρουργήθηκε στη 13η εβδομάδα, ανάρρωσε και μετά της χορηγήθηκε χημειοθεραπεία με Adriamycin μέχρι την 35η εβδομάδα της κύησης.
Αφού η ασθενής συνήλθε από τον τοκετό, εφόσον ήταν θετική στη μορφή HER2- του καρκίνου, της χορηγήθηκε Herceptin και έκανε τη χημειοθεραπεία Taxol.
Ενώ πολλές έγκυοι ασθενείς ολοκλήρωσαν και τα τέσσερα στάδια της θεραπείας Adriamycin πριν από τον τοκετό, άλλες ολοκληρώνουν τα δυο πρώτα στάδια κατά την κύηση και τα υπόλοιπα δυο μετά τον τοκετό.
H νοσηλεύτρια παραδέχτηκε ότι η θεραπεία Adriamycin είναι αρκετά ισχυρή και με πολλές παρενέργειες. Ωστόσο, υπάρχουν φάρμακα ειδικά για τις μητέρες που μπορούν να διαχειριστούν τις παρενέργειες παράλληλα με την ανάπτυξη του εμβρύου.
Η δυσκολία του να συμφωνήσεις με ένα τέτοιο καθεστώς είναι το “ ψυχολογικό κομμάτι” αναφέρει η νοσηλεύτρια. “Πρέπει να εμπιστεύεσαι το γιατρό σου για να πεισθείς ότι αυτό είναι ασφαλές και ότι μπορεί να φροντίσει τόσο εσάς όσο και το νεογέννητο σου”.
Είναι δύσκολο να διαγνωστεί μια έγκυος γυναίκα με καρκίνο του μαστού. Για την ακρίβεια, οι γυναίκες που εγκυμονούν διαγιγνώσκονται τρεις με επτά μήνες αργότερα από τις γυναίκες που δεν είναι έγκυοι.
Η νοσηλεύτρια τονίζει ότι “αν έχετε μια φίλη ή συνάδελφο που είναι έγκυος και παραπονιέται ότι κάτι δεν πάει καλά με το στήθος της, βεβαιωθείτε ότι θα πάει για κάποιο έλεγχο”.
Οι γυναίκες που διαγιγνώσκονται με καρκίνο του μαστού κατά την εγκυμοσύνη πρέπει να έχουν την επιλογή να τερματίσουν την εγκυμοσύνη, ειδικά όταν ο καρκίνος έχει επιθετική μορφή ή είναι σε προχωρημένο στάδιο. Ωστόσο, οι έρευνες αποδεικνύουν ότι δεν παρουσιάστηκε κάποιο προνόμιο στη μητρική επιβίωση σε όσες επέλεξαν να τερματίσουν την εγκυμοσύνη κατά τη διάρκεια του καρκίνου του μαστού.
Είναι επίσης εξίσου αναγκαίο ότι οι ασθενείς πρέπει να δέχονται βοήθεια και με τα ψυχοκοινωνικά τους ζητήματα, εφόσον μπορεί να υποστούν την απώλεια του ονείρου της μητρότητας, την ανικανότητα να θηλάσουν και να αποκτήσουν ένα ξεχωριστό δέσιμο με το μωρό τους εξαιτίας των θεραπειών και των παρενεργειών τους, την απώλεια της γονιμότητας και εμμηνόπαυση, αγωνία για την εμφάνιση και τη σεξουαλικότητά τους, άγχος και κατάθλιψη.